Εδώ και εννιά περίπου χρόνια σ’ αυτό το… μπουρδέλο που λέγεται Αθήνα (που έχει βέβαια και τα καλά της) έχω περάσει όμορφες αλλά και άσχημες στιγμές. Κατά περίεργο λόγο, αυτές τις στιγμές είχα την τύχη να της περάσω σ’ αυτό το απίστευτο στέκι μου που ακούει στο όνομα «Αρχιτεκτονική». Και λέω είχα την τύχη, διότι όλα τα παιδιά εκεί είναι ένας κι ένας και τα νιώθω οικογένεια μου. Με πρώτο και καλύτερο τον Χρηστάρα, το Νίκο, το Σάκη και τη Νάντια, όλοι τους με έκαναν και συνεχίζουν ακόμα και τώρα να νιώθω μία οικογένεια. Έχουμε περάσει στιγμές και στιγμές εκεί μέσα. Από ραντεβού, γιορτές, λιώματα ατελείωτα με φίλους, μετά από καβγάδες, ακόμα και την κατάκτηση του euro εκεί μέσα την γιορτάσαμε. Έτσι και χθες… Από την ημέρα που έφυγε ο Χρηστάρας δεν είχα ξαναπάει στο μαγαζί, αν και το είχα υποσχεθεί στους υπόλοιπους πως θα περάσω. Χθες όμως ένιωσα την ανάγκη να το κάνω. Και για το Χρήστο και για το Νικόλα, το Σάκη, τη Νάντια, αλλά και για μένα.
Το τι προηγήθηκε πριν πάω να δω την ταινία δεν υπάρχει λόγος να το μάθετε, η ουσία είναι πως ήταν κάτι παραπάνω από σίγουρο πως η βραδιά θα έκλεινε «Αρχιτεκτονική». Στις χαρές καις τις λύπες μαζί, έτσι δεν είπαμε…
Ήξερα πως θα μου είναι δύσκολο, αλλά αποδείχτηκε το αντίθετο. Από την είσοδο κιόλας κάτι έλειπε, αλλά μέσα μου ήξερα πως θα τον δω στο μαγαζί…
Τι ήθελα και μπήκα… Ένα υποβρύχιο με περίμενε στο μπαρ και ο Νίκος είχε πάρει ήδη θέση. «Κάνε μαλακίες…Καλά έλεγε ο Χρηστάρας να μην μπλέξω μαζί σου γιατί είσαι τρελός, καμένος τελείως. Δεν τον άκουγα όμως».
Έτοιμος ήμουν να ρωτήσω: «Που είναι ο άλλος; Πάλι για φαγητό πήγε; Και κλείσε αυτή τη μαλακία το ζεστό αέρα. Έχει λυσσάξει, χειμώνα καλοκαίρι κρυώνει…».
«Άντε μπαμ και κάτω για το Χρηστάρα» είπε ο Νικόλας και κάπου εκεί ήρθα και πάλι στα ίσια μου. «Φίλε ένα ψέμα είναι. Πλάκα μας κάνει. Έχει πάει ταξίδι και θα σκάσει μύτη εκεί που δεν το περιμένουμε».
Και ο Μητσάρας εκεί ήταν, και η Νάντια εκεί στο κάτω μπαρ… «Τον είδες τον Χρηστάρα;» μου είπε ο Νίκος και μου έδειξε πίσω από την κονσόλα του Σάκη.
Αρχικά κόλλησα, αλλά μόλις είδα τη φωτογραφεία. «Ε ναι ρε φίλε… Έτσι πρέπει. Εδώ είναι η θέση του, γιατί αν σας αφήσει εσάς, πάει το μαγαζί θα το βάλετε φωτιά μόνοι σας…». Απίστευτη φοτό, με το βλέμμα αυτό έτοιμο να τη ρίξει την ατάκα του. «Είδες γατάκι ο Χαριστέας το κρυάρι τι έκανε πάλι χθες, σου τα έχω πει εγώ αλλά δεν ακούς. Θα τον ακούς τον Χρηστάρα, άσχετε...».
Απόλυτος ως συνήθως… Μ’ αυτά και μ‘ αυτά καταλαβαίνετε πως κύλησε η βραδιά… Καήκαμε τελείως… Κάποια στιγμή έπρεπε να φύγουμε, όμως, και όπως συνήθιζε και ο Χρηστάρας (τι συνήθιζε δηλαδή που το είχε δεδομένο), δεν μ’ αφήσανε να πληρώσω. Βλέπετε το έμαθε και ο Νίκος το… ποίημα του Χρηστάρα. «Φύγε αδερφέ, αυτά είναι κερασμένα από το Χρήστο». Ρε που μπλέξαμε με δαύτους….
Έτοιμος ήμουν, όμως, να το πω πάλι: «Που είναι τώρα ρε γαμώτο και θέλω να πάει δίπλα να μου φέρει μια εφημερίδα. Άστο βαριέμαι να τον περιμένω, Νίκο έφυγα…».
«Δεν θα πας πουθενά, άκου τι παίζει. Πάμε κάτω στη Νάντια».
Ένα από τα αγαπημένα του κομμάτια, στη χειρότερη ώρα… Τρία υποβρύχια από τη Νάντια για πάρτη του, μία αγκαλιά ένα γεια και μετά δρόμο για ύπνο χωρίς πολλές πολλές κουβέντες…
«Σιγά μην κλάψω, σιγά μην φοβηθώ, θα πάω να χτίσω μια φωλιά στον ουρανό, να κατεβαίνω μόνο αν θέλω να γελάσω… Σιγά μην κλάψω, σιγά μην φοβηθώ… ».
Άντε τι περιμένεις λοιπόν. Κατέβα να γελάσουμε λίγο ρε καρντάσι και κόψε την πλάκα...
Το τι προηγήθηκε πριν πάω να δω την ταινία δεν υπάρχει λόγος να το μάθετε, η ουσία είναι πως ήταν κάτι παραπάνω από σίγουρο πως η βραδιά θα έκλεινε «Αρχιτεκτονική». Στις χαρές καις τις λύπες μαζί, έτσι δεν είπαμε…
Ήξερα πως θα μου είναι δύσκολο, αλλά αποδείχτηκε το αντίθετο. Από την είσοδο κιόλας κάτι έλειπε, αλλά μέσα μου ήξερα πως θα τον δω στο μαγαζί…
Τι ήθελα και μπήκα… Ένα υποβρύχιο με περίμενε στο μπαρ και ο Νίκος είχε πάρει ήδη θέση. «Κάνε μαλακίες…Καλά έλεγε ο Χρηστάρας να μην μπλέξω μαζί σου γιατί είσαι τρελός, καμένος τελείως. Δεν τον άκουγα όμως».
Έτοιμος ήμουν να ρωτήσω: «Που είναι ο άλλος; Πάλι για φαγητό πήγε; Και κλείσε αυτή τη μαλακία το ζεστό αέρα. Έχει λυσσάξει, χειμώνα καλοκαίρι κρυώνει…».
«Άντε μπαμ και κάτω για το Χρηστάρα» είπε ο Νικόλας και κάπου εκεί ήρθα και πάλι στα ίσια μου. «Φίλε ένα ψέμα είναι. Πλάκα μας κάνει. Έχει πάει ταξίδι και θα σκάσει μύτη εκεί που δεν το περιμένουμε».
Και ο Μητσάρας εκεί ήταν, και η Νάντια εκεί στο κάτω μπαρ… «Τον είδες τον Χρηστάρα;» μου είπε ο Νίκος και μου έδειξε πίσω από την κονσόλα του Σάκη.
Αρχικά κόλλησα, αλλά μόλις είδα τη φωτογραφεία. «Ε ναι ρε φίλε… Έτσι πρέπει. Εδώ είναι η θέση του, γιατί αν σας αφήσει εσάς, πάει το μαγαζί θα το βάλετε φωτιά μόνοι σας…». Απίστευτη φοτό, με το βλέμμα αυτό έτοιμο να τη ρίξει την ατάκα του. «Είδες γατάκι ο Χαριστέας το κρυάρι τι έκανε πάλι χθες, σου τα έχω πει εγώ αλλά δεν ακούς. Θα τον ακούς τον Χρηστάρα, άσχετε...».
Απόλυτος ως συνήθως… Μ’ αυτά και μ‘ αυτά καταλαβαίνετε πως κύλησε η βραδιά… Καήκαμε τελείως… Κάποια στιγμή έπρεπε να φύγουμε, όμως, και όπως συνήθιζε και ο Χρηστάρας (τι συνήθιζε δηλαδή που το είχε δεδομένο), δεν μ’ αφήσανε να πληρώσω. Βλέπετε το έμαθε και ο Νίκος το… ποίημα του Χρηστάρα. «Φύγε αδερφέ, αυτά είναι κερασμένα από το Χρήστο». Ρε που μπλέξαμε με δαύτους….
Έτοιμος ήμουν, όμως, να το πω πάλι: «Που είναι τώρα ρε γαμώτο και θέλω να πάει δίπλα να μου φέρει μια εφημερίδα. Άστο βαριέμαι να τον περιμένω, Νίκο έφυγα…».
«Δεν θα πας πουθενά, άκου τι παίζει. Πάμε κάτω στη Νάντια».
Ένα από τα αγαπημένα του κομμάτια, στη χειρότερη ώρα… Τρία υποβρύχια από τη Νάντια για πάρτη του, μία αγκαλιά ένα γεια και μετά δρόμο για ύπνο χωρίς πολλές πολλές κουβέντες…
«Σιγά μην κλάψω, σιγά μην φοβηθώ, θα πάω να χτίσω μια φωλιά στον ουρανό, να κατεβαίνω μόνο αν θέλω να γελάσω… Σιγά μην κλάψω, σιγά μην φοβηθώ… ».
Άντε τι περιμένεις λοιπόν. Κατέβα να γελάσουμε λίγο ρε καρντάσι και κόψε την πλάκα...
No comments:
Post a Comment